υποτροπιάζουσα ψευδαίσθηση

Και ποιός μπορεί να κατανοήσει την θλίψη του κόσμου, τελευταία εβδομάδα του Αυγούστου γυρίζει ο ουρανός στην κρυψώνα του και οι μοναχικοί στα αδιάφορα ρολόγια.
Τις νύχτες συναντιόμαστε στα άκρα του εαυτού μας και όμως τα χέρια μας είναι αδειανά, τα βήματα ακρωτηριασμένα σε ατελείωτους κύκλους.
Δείξε μου πως αναπνέουν οι σκιές - στις εκπνοές όπου γεννιέται το χάδι.
{λες και θα μπορούσε να είναι απάντηση}
Σαν καράβι η πόλη γεμίζει και αδειάζει ανθρώπους, επιστροφές και αναχωρήσεις χωρίς ταξίδι, χωρίς αποσκευές, κανείς δεν υπήρξε στ' αλήθεια σε αυτό το καλοκαίρι του έλειπαν μέρες, μια απουσία με διάρκεια όσο μια ψευδαίσθηση, σαν την μεγαλύτερη παύση του χρόνου, σαν μια στιγμή που προσπέρασε με τεχνάσματα τον εαυτό της.
Αίθουσα αναμονής τα πρόσωπα με κομμάτια τσαλακωμένου χάρτη στο βλέμμα, πονάνε οι αταξίδευτοι παραπάνω από τους λεύτερους στα λιμάνια.
Ξεχασμένοι σε εκείνες τις μέρες που θα ερχόντουσαν, σε έναν λαθραίο μήνα δίχως όνομα ταυτότητα και εποχή, γεννήθηκε ο ένας στην απουσία του άλλου ψάχνοντας πνεύμονες να αναπνεύσουμε
{λες και μπορούμε να μας αντέξουμε} έχοντας ντόπα την μελαγχολία του τίποτα, υποτροπιάζει η θλίψη των καιρών στην εκλογίκευση μιας παράνοιας.

*(εγκλημα)τιστήκαμε στους χαμένους καιρούς

Επισκέψεις

Αναγνώστες